Γράφει η Μιχαλάκη Σπυριδούλα, Διαιτολόγος-Διατροφολόγος
"Δεν μπορώ να ακολουθήσω πιστά το διατροφικό μου πρόγραμμα, γιατί καταλήγω να τρώω ότι δεν τρώει ο γιος μου", "Έφαγα το παγωτό του, γιατί δεν ήθελε να φάει άλλο..." , "Δεν το έφαγε, ας το φάω εγώ να μην πάει χαμένο..." Πόσες μαμάδες δεν έχουν κάνει το ίδιο, έστω και μια φορά; Οι περισσότερες λειτουργούν με αυτό τον τρόπο, πολύ περισσότερες από μια φορές και σχεδόν σε καθημερινή βάση καταναλώνουν πολύ περισσότερο φαγητό από αυτό που θα έπρεπε, χωρίς να το καταλαβαίνουν. Συνεχίζουν δηλαδή, σαν συνέχεια της εγκυμοσύνης, να τρώνε... για δύο. |
Από τη μία αγριεμένες ή απελπισμένες μαμάδες να απειλούν ή να παρακαλούν το παιδί για μια μπουκιά, και από την άλλη παιδιά σε απόγνωση να προσπαθούν να κρυφτούν και να κρατήσουν, με όση δύναμη διαθέτουν, το στόμα τους κλειστό. Όλες αυτές οι εικόνες συνθέτουν ένα σκηνικό που διαταράσσει όλες τις ισορροπίες στο σπίτι και προκαλούν εκτός από ταραχή στα παιδιά, επιπλέον άγχος και νευρικότητα στις ήδη ταλαιπωρημένες μαμάδες.
Είναι το άγχος; Είναι η ανασφάλεια για την ανάπτυξη των παιδιών τους; Ή είναι απλώς μια δικαιολογία για την κατανάλωση επιπλέον φαγητού; Όποια κι αν είναι η αιτία το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο. Υπεργεμισμένα πιάτα και ποσότητες φαγητού που τα παιδιά αδυνατούν να καταναλώσουν. Πού καταλήγει το φαγητό που περισσεύει; Μα φυσικά, στο στομάχι της μαμάς. Δηλαδή, εκτός από το πρόβλημα με το παιδί που δεν τρώει, τώρα η μαμά έχει να αντιμετωπίσει και το πρόβλημα του επιπλέον βάρους. Κι άλλο άγχος, κι άλλες ανασφάλειες, κι άλλη κατανάλωση φαγητού για να καλυφθούν τα συναισθηματικά κενά. Έτσι, οδηγούμαστε στη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου από τον οποίο δεν γίνεται να βγούμε εάν δεν αλλάξουμε ριζικά κάποιες "κακές" συνήθειες.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε, ότι τα παιδιά σε αντίθεση με τους περισσότερους ενήλικες, διαθέτουν σε ισορροπία τους μηχανισμούς της πείνας και του κορεσμού και μπορούν εύκολα να καθορίσουν πότε θα φάνε, πόση τροφή θα καταναλώσουν και πότε θα σταματήσουν να τρώνε όταν πια θα έχουν χορτάσει. Επομένως, αν δεν υπάρχει κάποιο παθολογικό πρόβλημα που μπορεί να προκαλέσει ανορεξία στα παιδιά, αργά ή γρήγορα θα πεινάσουν και θα ζητήσουν φαγητό. Τέλος, λοιπόν, τα κυνηγητά και τα επίμονα παρακάλια, που δημιουργούν καταπιεσμένα παιδιά και αγχωμένες μαμάδες.
Επιπλέον, γνωρίζοντας τις συνήθειες των παιδιών μας, είναι σίγουρο ότι θα γνωρίζουμε πόση ποσότητα φαγητού χρειάζονται τα παιδιά για να χορτάσουν. Επομένως, δεν χρειάζεται να παραγεμίζουμε το πιάτο τους ελπίζοντας ότι θα φάνε περισσότερο απ'ότι συνήθως. Ξέρουμε πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Το μόνο που κατορθώνουμε στο τέλος, είναι να αδειάζουμε στο στομάχι μας τα περισσεύματα τους για να "μην πάνε χαμένα". Αν, μάλιστα, αυτά που αφήνουν ανήκουν στην κατηγορία των γλυκών, λιπαρών και παχυντικών, τότε μετατρέπουμε το στομάχι μας με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση σε ... κάδο απορριμμάτων.
Είναι πολύ σημαντικό, να κατανοήσουμε ότι τα παιδιά μαθαίνουν από τους γονείς. Είναι, λοιπόν, χρήσιμο να δοθεί το καλό παράδειγμα στο παιδί, δημιουργώντας ένα ήρεμο περιβάλλον την ώρα του φαγητού, αφιερώνοντας χρόνο για την κατανάλωσή του (είτε είναι κύριο γεύμα είτε είναι σνακ), και φροντίζοντας το περιεχόμενό του να καλύπτει όλα τα θρεπτικά συστατικά που έχει ανάγκη ο οργανισμός, για να διατηρήσει την ομαλή λειτουργία του.
Είναι το άγχος; Είναι η ανασφάλεια για την ανάπτυξη των παιδιών τους; Ή είναι απλώς μια δικαιολογία για την κατανάλωση επιπλέον φαγητού; Όποια κι αν είναι η αιτία το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο. Υπεργεμισμένα πιάτα και ποσότητες φαγητού που τα παιδιά αδυνατούν να καταναλώσουν. Πού καταλήγει το φαγητό που περισσεύει; Μα φυσικά, στο στομάχι της μαμάς. Δηλαδή, εκτός από το πρόβλημα με το παιδί που δεν τρώει, τώρα η μαμά έχει να αντιμετωπίσει και το πρόβλημα του επιπλέον βάρους. Κι άλλο άγχος, κι άλλες ανασφάλειες, κι άλλη κατανάλωση φαγητού για να καλυφθούν τα συναισθηματικά κενά. Έτσι, οδηγούμαστε στη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου από τον οποίο δεν γίνεται να βγούμε εάν δεν αλλάξουμε ριζικά κάποιες "κακές" συνήθειες.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε, ότι τα παιδιά σε αντίθεση με τους περισσότερους ενήλικες, διαθέτουν σε ισορροπία τους μηχανισμούς της πείνας και του κορεσμού και μπορούν εύκολα να καθορίσουν πότε θα φάνε, πόση τροφή θα καταναλώσουν και πότε θα σταματήσουν να τρώνε όταν πια θα έχουν χορτάσει. Επομένως, αν δεν υπάρχει κάποιο παθολογικό πρόβλημα που μπορεί να προκαλέσει ανορεξία στα παιδιά, αργά ή γρήγορα θα πεινάσουν και θα ζητήσουν φαγητό. Τέλος, λοιπόν, τα κυνηγητά και τα επίμονα παρακάλια, που δημιουργούν καταπιεσμένα παιδιά και αγχωμένες μαμάδες.
Επιπλέον, γνωρίζοντας τις συνήθειες των παιδιών μας, είναι σίγουρο ότι θα γνωρίζουμε πόση ποσότητα φαγητού χρειάζονται τα παιδιά για να χορτάσουν. Επομένως, δεν χρειάζεται να παραγεμίζουμε το πιάτο τους ελπίζοντας ότι θα φάνε περισσότερο απ'ότι συνήθως. Ξέρουμε πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Το μόνο που κατορθώνουμε στο τέλος, είναι να αδειάζουμε στο στομάχι μας τα περισσεύματα τους για να "μην πάνε χαμένα". Αν, μάλιστα, αυτά που αφήνουν ανήκουν στην κατηγορία των γλυκών, λιπαρών και παχυντικών, τότε μετατρέπουμε το στομάχι μας με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση σε ... κάδο απορριμμάτων.
Είναι πολύ σημαντικό, να κατανοήσουμε ότι τα παιδιά μαθαίνουν από τους γονείς. Είναι, λοιπόν, χρήσιμο να δοθεί το καλό παράδειγμα στο παιδί, δημιουργώντας ένα ήρεμο περιβάλλον την ώρα του φαγητού, αφιερώνοντας χρόνο για την κατανάλωσή του (είτε είναι κύριο γεύμα είτε είναι σνακ), και φροντίζοντας το περιεχόμενό του να καλύπτει όλα τα θρεπτικά συστατικά που έχει ανάγκη ο οργανισμός, για να διατηρήσει την ομαλή λειτουργία του.